Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

Τα τρίτα Χριστούγεννα

Είναι παράξενο πώς σχετίζονται οι άνθρωποι, ποιες τρελλές συγκυρίες κυβερνούν τις ζωές τους. Αυτά σκέφτομαι εδώ και μέρες, μετά τα τρίτα μας Χριστούγεννα μαζί.

Ισως τα πιο ωραία Χριστούγεννα της ζωής μου.

Πάνε δυόμισυ χρόνια που υπάρχει νέος άντρας στη ζωή μου και στη ζωή μας. Ηρθε κάπως παράξενα, ένας τρελλός έρωτας για μένα, ένα νέο πρόσωπο για τα παιδιά – ένα νέο πρόσωπο που μοιραζόταν το κρεββάτι της μαμάς (το οποίο είχαν κανονίσει μεταξύ τους να μοιράζονται εκ περιτροπής, και να έχω κι εγώ μία μέρα «άπλα»), ένα νέο πρόσωπο με το οποίο η μαμά κουβέντιαζε με τις ώρες… Εν ολίγοις, ένας τύπος που τους «έκλεβε» λίγο από τη μαμά τους! Όχι ότι πρωτύτερα δεν διεκδικούσα χρόνο και χώρο για μένα, αλλά ειδικά μετά το «τραύμα» του διαζυγίου είχαμε γίνει πολύ περισσότερο «κολλητοί» με τα παιδιά, εγώ ήμουν το βασικό στήριγμα και η «οικογένεια», παρότι διατηρούσαν σχέσεις και με τον μπαμπά τους. Δεν τους έκρυψα τίποτα, γιατί αυτό είναι μέσα στις αρχές μου, και ο νέος άνθρωπος μπήκε σιγά-σιγά και τρυφερά στη ζωή της οικογένειας, δημιουργώντας σχέσεις φιλίας και εμπιστοσύνης με τα παιδιά. Προς τιμήν του, δεν το έπαιξε ποτέ μπαμπάς! Ούτε και αμφισβήτησε ποτέ την δικαιοδοσία μου ως μαμά να βάζω τους κανόνες του σπιτιού και να έχω τον πρώτο λόγο για οτιδήποτε αφορά την οικογένεια…

Δεν ξέρω πόσο δύσκολο ήταν για εκείνον. Ερωτεύτηκε μία γυναίκα που έτυχε να είναι αφοσιωμένη μαμά, και δεν είχε και μεγάλη επιλογή: εγώ πήγαινα (και πάω) πακέτο με τα παιδιά μου. Μπαμπάς ων και ο ίδιος, ήξερε τι μπορεί να σημαίνει αυτό, αλλά μέσα μου πάντα αναρωτιόμουν πώς το άντεχε να με μοιράζεται με άλλους τρείς απαιτητικούς ανθρώπους… Χωρίς αρχικά δικό του χώρο στο σπίτι, έχοντας συνηθίσει σε μία άλλη ζωή (πιο ήσυχη και τακτοποιημένη). Σήμερα μοιραζόμαστε την καθημερινότητα και τις γιορτές μας και τις ιώσεις μας και τις αγωνίες μας και τα ταξίδια μας και την αγκαλιά μας σαν να είμαστε μαζί «από την αρχή»…

Τα δυό μικρά τον αγάπησαν αμέσως – δοτικός και παιχνιδιάρης, και έχοντας μία αδυναμία στο να λέει «όχι», από την αρχή τα κέρδισε. Όπως κέρδισε και τα ζωάκια μας και τα δέντρα του κήπου. Το μικρό ξωτικό τώρα πια το πρωί τρέχει πρώτα στη δική του αγκαλιά και μετά στη δική μου, όπως ακριβώς και ο γάτος! Οσο δε για τον καλικάντζαρο… χμ… βρέθηκαν να είναι από το ίδιο καλικαντζαροχωριό, δυστυχώς (ή ευτυχώς – όπως το πάρει κανείς) «με απρόβλεπτες συνέπειες» όπως θα έλεγαν και οι αδελφοί Κατσιμίχα (στην αγαπημένη μας «αγέλαστη πολιτεία και οι καλικάντζαροι»). Κάποια μέρα, όχι πολύ πρόσφατα, του είπε ο καλικάντζαρος το φοβερό «έχεις ένα μεγάλο ελάττωμα, ξέρεις – που βέβαια εμένα με βολεύει, αλλά δεν είναι καθόλου καλό για σένα! Δεν ξέρεις να λες ‘όχι’»

Η σκοτεινή πριγκίπισσα, όμως, είχε άλλη άποψη. Εκείνης δεν της άρεσε. Κάπου είχε συνηθίσει να είναι η «μεγάλη» παρέα της μαμάς και κάποιος της έπαιρνε τη θέση, κάπου δεν ήταν πολύ του γούστου της σαν τύπος… Μιλούσε αργά και σαν δάσκαλος, δεν ήταν «ιν» σε τίποτα, και συζητούσε μαζί μου με τις ώρες στα ταξίδια… τελοσπάντων, δεν ήταν και πολύ χαρούμενη με την όλη ιστορία. (Ενώ με την σύντροφο του μπαμπά της στην αρχή είχαν γίνει κολλητές) Πόσες φορές πήγα να της πιάσω σχετική κουβέντα, να βολιδοσκοπήσω τα προφανή και τα μη προφανή, αλλά πέραν του «εμένα δεν μου αρέσει» δεν έλεγε τίποτα. Παραδεχόταν ότι ο νέος σύντροφος με αγαπούσε και μου ήταν αφοσιωμένος και ήμουν χαρούμενη κι εγώ, και υπήρχε πλέον ειρήνη στην οικογένεια, αλλά… Και τι δεν έβαλα στο νου μου – τον υπόγειο θυμό της για το χωρισμό, το θυμό της για το μπαμπά της (και πιθανώς τους άντρες εν γένει; Έλεγα με το νου μου), το να διαβλέπει κάτι δυσάρεστο που δεν έβλεπα εγώ στον νέο μου σύντροφο, χίλια δυό. Το ερώτημα φυσικά ακόμα παραμένει, το μυστήριο δεν λύθηκε…

Τα πρώτα μας Χριστούγεννα μαζί αποφασίσαμε να πάμε οικογενειακό ταξίδι στο βορρά. Ο καλός μου τότε ζούσε στη Μακεδονία. Το πρώτο βράδυ μείναμε στο σπίτι του, το οποίο είχε προετοιμαστεί και φροντιστεί ειδικά, μια που τα δικά του παιδιά είχαν προ πολλού μεγαλώσει και ήταν πλέον εργένης! Ταξιδέψαμε μαζί στις Πρέσπες, στην Καστοριά, στο Νυμφαίο, είχαμε περιπέτειες στα χιόνια, στα ξενοδοχεία… Βήματα γνωριμίας και εξοικείωσης του καλού μου με τα παιδιά. Είχε πλάκα. Τα δεύτερα Χριστούγεννα τα περάσαμε με μία οικογένεια που γνωρίσαμε και αγαπήσαμε μαζί, σε ένα σπίτι στο δάσος (χωρίς χιόνι εδώ!). Μαζί με τα τρία δικά μου παιδιά και η μικρή κορούλα του ζεύγους, η Μαργαρίτα του Δάσους (έτσι τη λένε! Αλήθεια!) ενός έτους παρά κάτι. Άλλη πλάκα. Τα παιδιά κοιμούνταν στη ζεστή σοφίτα-φωλίτσα του σπιτιού, και είχαν τόσο εξοικειωθεί με τον αγαπημένο μου που καυγάδιζαν άγρια μεταξύ τους χωρίς αναστολές πλέον. Κι αυτά ήταν τρυφερά Χριστούγεννα, παρά τις συγκρούσεις, αγαπησιάρικα, αληθινά, ίσως λιγότερο περιπετειώδη από τα προηγούμενα, αλλά κι αυτά ζεστά…

Στο μεταξύ ο νέος σύντροφος έμπαινε όλο και βαθύτερα στη ζωή της οικογένειας: μετακόμισε κανονικά στο σπίτι μας, ξεκίνησε να πηγαίνει τα δύο μικρά στο σχολείο, να βοηθά τα παιδιά στα μαθήματά τους, να συζητά μαζί τους τα καθημερινά και όχι μόνο (πόσες φορές μπήκα στο σπίτι εν μέσω συζητήσεων για την εντιμότητα, την υπευθυνότητα, την ελευθερία) να κάνει μικρά πράγματα που έδειχναν την αγάπη του… Με τη μεγάλη αναπτύχθηκε μία «πειρακτική» οικειότητα, με τους δυό τους να ανταλάσσουν αστειάκια διάφορα και πειράγματα…

Μέχρι που ήρθαν τα φετινά Χριστούγεννα. Την παραμονή το πρωί τα κορίτσια πήγαν για κάλαντα, η καθεμία με τις δικές της φιλενάδες. Το πώς ξύπνησαν εκείνο το πρωί είναι από τα μυστήρια του σύμπαντος, γιατί τα πρωινά μας είναι πάντα δύσκολα, και το σχολείο έρχεται βαρύ… Όταν όμως είναι να πάνε για κάλαντα ή εκδρομή… Τέλοσπάντων! Οι τρείς υπόλοιποι πήγαμε με τα πόδια στην αγορά, να πάρουμε δωράκια. Γυρίσαμε λίγο πτώματα, και φάγαμε πρόχειρα. Είχαμε βάλει όλοι τα δώρα μας κάτω από το δέντρο. Κάπως μας βγήκε, φέτος, και αποφασίσαμε να τα ανοίξουμε την παραμονή το βράδυ, μια που είμαστε περισσότερο βραδινοί τύποι! Εφτιαξα κι ένα κέικ σοκολάτας, άναψα και το τζάκι, μαζευτήκαμε κατά τις 8 και κάτι. Το τζάκι είναι μαγικό πράγμα. Η εστία του σπιτιού, η ζωντανή φλόγα. Ολοι το αγαπάμε, όλοι φροντίζουμε να έχουμε κουκουνάρια για προσανάμματα, όλοι παίζουμε με τη φωτιά. Και το κέικ σοκολάτας μαγικό είναι. Ότι και αν μας συμβαίνει οικογενειακώς, στενοχώρια, καυγάς, κούραση, η σοκολάτα πάντα βοηθά… (Για καλή μας τύχη, το νέο μέλος της οικογένειας είναι κι αυτός απίστευτα γλυκατζής και δεν κοιτάζει με μισό μάτι τις σοκολατομανιακές εκδηλώσεις των υπολοίπων!) Παλαιότερα δε, σε ώρες μεγάλης προσωπικής απόγνωσης η παρασκευή κέικ ή μπράουνιζ αποτελούσε για μένα ψυχοθεραπευτική διαδικασία!

Στο τραπέζι καμιά δεκαριά κεράκια, κόκκινες χαρτοπετσέτες, το κέικ, δυό μικροσκοπικά ποτηράκια με λικέρ από κουφοξυλιά, διάφορα φλυτζάνια τσάι, και μία μικρή κολοκύθα (δώρο μίας φίλης που τις καλλιεργεί). Για μουσική υπήρχε το πιάνο, τα ντράμς, φλογέρες, φυσαρμόνικα, μαράκες διαφόρων ειδών, κιθάρα, σάζι, και οι φωνές μας. Αλλά δεν μας βγήκε… Κάτω από το δέντρο τα δώρα. Θρονιαστήκαμε στους καναπέδες. Δίπλα στον νέο σύντροφο η σκοτεινή νεράιδα, με τις ποδάρες της επάνω του (πού και πού έλεγε και κανένα «κάνε μου μασάζ» προτάσσοντας τα πατουχάκια της στη μούρη του!), και ο μικρός στην δική μου αγκαλιά. Ο καλικάντζαρος, μέρες που ήταν είχε την τιμητική του: τελετάρχης! Εβγαζε ένα-ένα δώρο από κάτω από το δέντρο, και έλεγε, π.χ. «αυτό είναι από μένα για τον …» ή, «αυτό τώρα τι είναι;;;» και όποιος αναγνώριζε το πακέτο έλεγε για ποιόν ήταν. Το ανοίγαμε πάραυτα, και σχολιάζαμε, φιλιόμαστε, γελάγαμε με την κάθε επιλογή! Μικρά δώρα (λόγω οικονομικής κρίσης) αλλά εξαιρετικά επιθυμητά και όλα εύστοχα! Μιλήσαμε για τα κάλαντα (αν και εμάς δεν μας τα είπαν, το ξωτικούλι μόνο μας είπε των Φώτων προχτές) και τις περιπέτειές τους, για τις φοβερές τους εισπράξεις, για τις φιλενάδες, για το ποδόσφαιρο, για τα δώρα που περίμεναν από γιαγιάδες και παπούδες και την «άλλη» οικογένεια (του μπαμπά τους)… Μέχρι που πέρασε η ώρα, και νυστάξαμε όλοι. Η νεράιδα μάλιστα κοιμήθηκε στην αγκαλιά του νέου συντρόφου (όπως και ο γάτος) και την ξαπλώσαμε απαλά και λίγο καλύτερα στον καναπέ, τη σκεπάσαμε, κι έμεινε εκεί, με τη φωτιά να καίει… (σηκώθηκα δυό φορές εγώ και μία ο νέος σύντροφος να δούμε μήπως ξεσκεπάστηκε, μήπως έσβησε η φωτιά, μήπως…) Πήγαμε για ύπνο χαλαροί, ευτυχισμένοι με τα δωράκια μας ο καθένας, έχοντας ζήσει μια γλυκειά βραδιά όλοι μαζί, οικογένεια πια με τη συναίνεση όλων μας…